Η διαμεσολάβηση σε μισθωτική διαφορά αποτελεί μια εναλλακτική διαδικασία επίλυσης διαφορών, με σκοπό να βρεθεί μια ειρηνική και αμοιβαία αποδεκτή λύση μεταξύ του ενοικιαστή και του εκμισθωτή (ή αντίστροφα), χωρίς την ανάγκη προσφυγής στα δικαστήρια. Η διαμεσολάβηση προσφέρει έναν πιο ευέλικτο, ταχύτερο και λιγότερο δαπανηρό τρόπο επίλυσης των διαφορών, με τη βοήθεια ενός ουδέτερου και ειδικευμένου μεσολαβητή.
Κατά τη διαδικασία, ο μεσολαβητής ακούει τις θέσεις και τα επιχειρήματα και των δύο πλευρών, προσπαθώντας να καταλήξει σε μια αποδεκτή για αμφότερους λύση, η οποία συνήθως καταγράφεται σε ένα γραπτό συμφωνητικό. Η διαδικασία είναι εμπιστευτική, διασφαλίζοντας ότι οι συζητήσεις και οι πληροφορίες που ανταλλάσσονται κατά τη διάρκεια της διαμεσολάβησης δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν σε μελλοντικές νομικές διαδικασίες, σε περίπτωση που η διαμεσολάβηση δεν οδηγήσει σε συμφωνία.
Η διαδικασία μπορεί να περιλαμβάνει διάφορους τύπους διαφορών σχετικά με τη μίσθωση, όπως διαφορές για την κατάσταση της περιουσίας, επιστροφή καταθέσεων, αύξηση του ενοικίου, καθυστερήσεις στην πληρωμή του ενοικίου, και πολλά άλλα.
Η διαμεσολάβηση προϋποθέτει την εθελοντική συμμετοχή και των δύο πλευρών και απαιτεί ανοιχτή επικοινωνία και προθυμία για συμβιβασμό. Αν και ο μεσολαβητής δεν έχει την εξουσία να επιβάλλει μια λύση, η εμπειρία και η εξειδίκευσή του μπορούν να συμβάλουν σημαντικά στην εύρεση μιας δίκαιης και βιώσιμης συμφωνία για την εξωδικαστική επίλυση.